Evanthia Trichachalou
Address:

Ολυμπίου Διαμαντή 17Β
1ος Όροφος

Θεσσαλονίκη

   
Telephone: +30-2311210564
Telephone: +30-2311210564
Mobile: +30 6974351137
Ώρες και ημέρες επικοινωνίας

Δευτέρα έως Παρασκευή και ώρες 09:00 έως 16:00, τις υπόλοιπες ώρες παρακαλώ να επικοινωνείτε στο κινητό μου.

 

Σας καλωσορίζω στην ιστοσελίδα μου, όπου μπορείτε να περιηγηθείτε και να έρθετε σε επαφή μαζί μου για κάθε νομική υπόθεση.

 

Law and Justice

 

 

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΟΜΙΚΗ

Η νομική επιστήμη ασχολείται με την ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων δικαίου. Παρ’ όλο που κανόνες δικαίου με τη μια ή την άλλη μορφή υπήρχαν σε όλες τις κοινωνίες, η ανάπτυξη της νομικής επιστήμης ξεκίνησε κυρίως από τους Ρωμαίους. Ο Ουλπιανός ορίζει τη νομική επιστήμη ως γνώση θεϊκών και ανθρώπινων πραγμάτων και επιστήμη του δικαίου και του αδίκου: „Iuris prudentia est divinarum atque humanarum rerum notitia, iusti atque iniusti scientia“ (Domitius Ulpianus: Ulpian primo libro reg., Πανδ. 1,1,10,2).

Η Νομική ως επιστήμη 

Η νομική επιστήμη δεν είναι θετική επιστήμη, διότι τα πορίσματά της δεν μπορούν να επαληθευθούν με πειράματα. Επίσης υπάρχει μεγάλη επιρροή του παρατηρητή στο παρατηρούμενο αντικείμενο, αφού ο νομοθέτης πολλές φορές χρησιμοποιεί τα πορίσματα της νομικής επιστήμης κατά τη θέσπιση νέων νόμων. Πολλές φορές αμφισβητείται αν η νομική είναι επιστήμη. Άλλωστε υπάρχει και η περίφημη φράση του Γερμανού νομικού Julius von Kirchmann από το λόγο που εκφώνησε το 1848 με θέμα "Η απαξία της Νομικής ως επιστήμης" (Die Wertlosigkeit der Jurisprudenz als Wissenschaft): "τρεις διορθωτικές λέξεις του νομοθέτη και βιβλιοθήκες ολόκληρες γίνονται άχρηστες (κακέκτυπα)" (drei berichtigende Worte des Gesetzgebers, und ganze Bibliotheken werden zu Makulatur.).

Προέλευση του Δικαίου 

Πηγή πολλών διαφωνιών είναι η προέλευση των κανόνων δικαίου, από πού αντλούν δηλαδή οι νόμοι την ισχύ τους. Την απάντηση προσπαθούν να δώσουν δύο μεγάλα ρεύματα, οι σχολές του φυσικού δικαίου και οι σχολές του νομικού θετικισμού. Για τους πρώτους (απλουστευτικά) το δίκαιο προϋπάρχει των νόμων και προέρχεται από τη φύση (ή από το Θεό). Οι νόμοι οφείλουν συνεπώς να συμμορφώνονται με το φυσικό δίκαιο. Απόρροια αυτού είναι ότι π.χ. οι άνθρωποι έχουν κάποια απαράγραπτα δικαιώματα, όπως την ελευθερία, ανεξάρτητα από το αν τους τα αναγνωρίζουν οι νόμοι ή όχι. Για τους θετικιστές (επίσης απλουστευτικά) το δίκαιο δεν προϋπάρχει αλλά θεσπίζεται με κοινά αποδεκτούς κανόνες και δεν οφείλει να συμμορφώνεται με ηθικούς ή άλλους κανόνες. Μέσα σε αυτά τα ρεύματα υπάρχουν φυσικά πολλές σχολές και παραλλαγές, ενώ οι περισσότεροι απορρίπτουν και τα δύο άκρα. Το ερώτημα για την προέλευση του δικαίου έχει σημασία για το αν π.χ. θα υπάρχει ελευθερία γνώμης ακόμη κι αν καταργηθεί το άρθρο του Συντάγματος που την προβλέπει ή για το αν υπάρχουν θεμελιώδεις κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που δεσμεύουν όλα τα κράτη ή αν τα κράτη δεσμεύονται μόνο από τις Διεθνείς Συνθήκες που έχουν τα ίδια κυρώσει.

Μεθοδολογία του Δικαίου 

Δομή του κανόνα δικαίου 

Η νομική επιστήμη έχει ορισμένη μεθοδολογία για την ερμηνεία των κανόνων δικαίου. Ο κανόνας δικαίου διαιρείται συνήθως σε πραγματικό («όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια») και έννομη συνέπεια («οφείλει να τον αποζημιώσει»). Ο εφαρμοστής του δικαίου οφείλει να ερμηνεύσει το νόμο (να ανεύρει το νόημα της διάταξης) και να τον εφαρμόσει (να υπαγάγει τη συγκεκριμένη περίπτωση στη σωστή διάταξη). Οφείλει με άλλα λόγια να διαπιστώσει αν στην υπό κρίση περίπτωση πληρούνται οι όροι του πραγματικού, προκειμένου να επέλθει η έννομη συνέπεια. Πολλές φορές όμως οι νόμοι είναι γενικοί, γιατί αναφέρονται σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων και ο νομοθέτης δεν μπορεί να προβλέψει όλες τις πιθανές περιπτώσεις. Έτσι ο εφαρμοστής του δικαίου καλείται εφαρμόζοντας μια ή περισσότερες από τις μεθόδους να ανεύρει τον προσήκοντα κανόνα και να τον εφαρμόσει σωστά.

Γραμματική ερμηνεία 

Αφετηρία για την ερμηνεία ενός νόμου είναι το γράμμα του, η λεκτική του διατύπωση. Πολλές φορές όμως η διατύπωση δεν είναι σαφής ή επιδέχεται πολλών ερμηνειών Στο ανωτέρω παράδειγμα δεν είναι σαφές αν ο νομοθέτης ως παράνομη ζημία εννοεί τη ζημία που επήλθε με παράβαση ενός οποιουδήποτε νόμου ή μόνο ορισμένων νόμων. Επίσης οι λέξεις αλλάζουν νόημα με την πάροδο του χρόνου. Πέραν αυτού ο νομοθέτης δε νομοθετεί σε «κενό δικαίου», αλλά οι νόμοι εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο προϋπαρχόντων (θεσπισμένων) νόμων και νομικής θεωρίας, το οποίο είναι πολλές φορές κρίσιμο για την ανεύρεση του αληθούς νοήματος του κανόνα δικαίου.

Ιστορική Ερμηνεία

Η δεύτερη μέθοδος είναι η ιστορική ερμηνεία. Με αυτήν ο εφαρμοστής του δικαίου προσπαθεί να βρει το νόημα ενός κανόνα ανατρέχοντας στη βούληση του ιστορικού νομοθέτη. Αν π.χ. από τις εκθέσεις της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής ή από τα πρακτικά της Βουλής προκύπτει ότι ο νομοθέτης ήθελε με μια συγκεκριμένη διάταξη να ελαφρύνει τους οφειλέτες των Τραπεζών αλλά η διατύπωση του νόμου μπορεί να ερμηνευθεί και εις βάρος τους, ο εφαρμοστής θα κοιτάξει να εφαρμόσει τη διάταξη ευνοϊκά και όχι εις βάρος των οφειλετών. Η ιστορική ερμηνεία έχει όμως και όρια, διότι ο νόμος από τη στιγμή που ψηφίζεται παύει να είναι προϊόν του συγκεκριμένου ιστορικού νομοθέτη και γίνεται μέρος της σύνολης έννομης τάξης, η βούληση δηλαδή του ιστορικού νομοθέτη δε δεσμεύει τους κοινωνούς εσαεί. Επίσης δεν μπορεί πάντα να διαπιστωθεί η βούληση όλων των βουλευτών π.χ. που ψήφισαν ένα νόμο, μπορεί αρκετοί να συμφωνούσαν με τη λεκτική διατύπωση αλλά ο καθένας να τον ψήφισε με το δικό του σκεπτικό.

Τελολογική Ερμηνεία 

Η τελολογική ερμηνεία (τέλος=σκοπός) αναζητά το σκοπό της διάταξης πίσω από το γράμμα (ratio legis, το «πνεύμα» του νόμου). Ας υποθέσουμε ότι ο νόμος προβλέπει για την εγκυρότητα μιας πράξης ιδιόχειρη υπογραφή και κάποιος υπογράφει με το στόμα ή με το πόδι. Σκοπός του νόμου είναι να έχει δοθεί γραπτή συγκατάθεση από τον υπογράφοντα αυτοπροσώπως, το νομοθέτη δεν τον ενδιέφερε αν θα είναι με το χέρι ή όχι. Υπογραφή με άλλο μέλος δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της συγκατάθεσης. Η ερμηνεία που ανάγεται στο σκοπό του κανόνα δικαίου ονομάζεται διασταλτική ή συσταλτική ερμηνεία, ανάλογα με το αν διευρύνει ή αντίστοιχα περιορίζει την εφαρμογή του σε σχέση με τη γραμματική διατύπωση .

Συστηματική Ερμηνεία 

Η συστηματική ερμηνεία βασίζεται στο γεγονός ότι συνήθως ένας κανόνας δικαίου δε στέκεται μόνος του αλλά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σύστημα ρύθμισης, π.χ. το οικογενειακό δίκαιο, το φορολογικό δίκαιο κλπ., το οποίο διέπεται από κάποιες γενικότερες αρχές. Ο κάθε κανόνας θα πρέπει να ερμηνευθεί με βάση τις γενικές αρχές που διέπουν όλο το σύστημα ρυθμίσεων στο οποίο είναι ενταγμένος. Για παράδειγμα ο νόμος ρυθμίζει στον Αστικό Κώδικα τη μίσθωση (ενοικίαση) και ορίζει ότι για την κατάρτιση σύμβασης μίσθωσης δεν απαιτείται έγγραφο. Σε φορολογικό νόμο ορίζεται ότι η μίσθωση κατοικίας οφείλει να καταρτίζεται εγγράφως και το έγγραφο να θεωρείται από την Εφορία, αλλιώς η μίσθωση είναι άκυρη. Ο μισθωτής Α αρνείται να καταβάλει το νοίκι στον εκμισθωτή του, γιατί δεν έχουν καταρτίσει έγγραφο και άρα η μίσθωση είναι άκυρη. Η συστηματική ερμηνεία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Α δεν έχει δίκιο. Η διάταξη που επιτάσσει έγγραφο για να είναι έγκυρη η μίσθωση είναι στο φορολογικό δίκαιο και όχι στο αστικό, όπου και ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις της μίσθωσης. Το φορολογικό δίκαιο αφορά τη σχέση πολίτη-κράτους και όχι τις σχέσεις πολιτών μεταξύ τους. Άρα ο κανόνας του φορολογικού δικαίου δεν έχει εφαρμογή στις σχέσεις του Α με τον εκμισθωτή του και η μίσθωση σε ό,τι αφορά τη σχέση μισθωτή-εκμισθωτή είναι έγκυρη και χωρίς έγγραφο.

Πηγή:Βικιπαίδεια

 

 

 

 

 

 

Free Web Hosting